Ισαβέλλα της Ανδηγαυίας

Ισαβέλλα της Ανδηγαυίας
(Isabelle d’ Anjoux, 1169 – 1205). Βασίλισσα της Κύπρου και της Ιερουσαλήμ (1192-1205). Κόρη του Αμαλάριχου A’ της Ιερουσαλήμ και της Μαρίας της Κομνηνής, χώρισε από τον πρώτο της σύζυγο και παντρεύτηκε τον Κονράδο τον Μομφερατικό, μετά τη δολοφονία του οποίου ήρθε σε τρίτο γάμο με τον κόμη Ερρίκο Β’ της Καμπανίας. Τελευταίος σύζυγός της ήταν ο βασιλιάς της Κύπρου Αμαλάριχος Β’ ντε Λουζινιάν. Οι τρεις τελευταίοι σύζυγοί της ανέβηκαν με τη σειρά στον θρόνο του βασιλείου της Ιερουσαλήμ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Λουδοβίκος — I (γαλλ. Luis, γερμ. Ludwig). Όνομα τεσσάρων αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του Γερμανικού έθνους. 1. Λ. Α’, ο Ευσεβής ή Αγαθός (γερμ. Ludwig der Fromme, γαλλ. Louis le Pieux ή Louis le Debonnaire, Σασενέιγ, Ακουιτανία 778 –… …   Dictionary of Greek

  • Κόνραντ — I (Conrad, Τουλούζ 925 – 993). Βασιλιάς της Βουργουνδίας (937 995), γνωστός ως Κ. ο Ειρηνικός. Ανήλθε στον θρόνο μετά τον θάνατο του πατέρα του, Ροδόλφου Β’. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, καταδιώχθηκαν οι ομάδες των Σαρακηνών και των… …   Dictionary of Greek

  • φίλιππος — I Όνομα 5 βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Φ. A’. Γιος του Αργαίου και πατέρας του Αερόπου, τρίτος ή έκτος βασιλιάς της Μακεδονίας. Βασίλεψε από το 621 έως το 588 π.Χ., και έπεσε πολεμώντας εναντίον των Ιλλυριών. 2. Φ. B’. Πατέρας του Μεγάλου… …   Dictionary of Greek

  • Ιερουσαλήμ ή Ιεροσόλυμα — (εβρ. Yerushalayim, αραβ. Al Quds). Πόλη (622.091 κάτ. το 1997) του Ισραήλ. Βρίσκεται στο κεντρικό υψίπεδο της ιστορικής και γεωγραφικής περιοχής της Παλαιστίνης, στην ιστορική περιοχή της Ιουδαίας και σε υψόμετρο που ποικίλλει από περίπου 720 μ …   Dictionary of Greek

  • Αμαλάριχος ή Αμορί — (Amalric Amaury). Όνομα δύο Λατίνων βασιλιάδων της Ιερουσαλήμ. 1. Α.Α’ (1135 – 1174). Βασιλιάς της Ιερουσαλήμ (1163 74), δεύτερος γιος του Φούλκου Ε’, κόμη της Ανδηγαυίας, και αδελφός του Βαλδουίνου Γ’τον οποίο διαδέχτηκε στον θρόνο. Αφού χώρισε… …   Dictionary of Greek

  • Λορένη — I (γαλλ. Lorraine, γερμ. Lothringen). Ιστορική γεωγραφική περιοχή και διοικητική περιφέρεια (23.547 τ. χλμ., 2.310.376 κάτ. το 2000) της Γαλλίας, στο ανατολικό τμήμα της χώρας· η περιφέρεια περιλαμβάνει τους νομούς Μεζ (Μόσα), Μερτ ε Μοζέλ,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”